ΑΡΘΡΑ
Μια πλούσια αρθογραφία, σχετικά με τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, τον εσωτερισμο, την επιστήμη και άλλα ένδιαφέροντα θέματα.
Αιτιες Απελπισιας

Ας γυρίσουμε λίγο πίσω, πριν από 32 αιώνες περίπου. Σ’ ένα μέρος της Μικράς Ασίας -σήμερα Τουρκία-που αργότερα θα γνωρίσουμε ως Τροία, υπήρξε μια μεγάλη πόλη. Σ’ αυτήν τη μεγάλη πόλη υπήρχαν θαρραλέοι άνδρες στους οποίους επιτέθηκαν άνδρες εξίσου θαρραλέοι. Προκλήθηκε μια μάχη, μια σύγκρουση και υπήρξε λεηλασία και πυρκαγιά. Μερικοί μας λένε ότι αυτή η πόλη πάρθηκε με το τέχνασμα ενός ξύλινου ίππου που είχε σκαρφιστεί ο Οδυσσέας. Χάρη σ’ αυτόν οι επιτιθέμενοι μπόρεσαν να εισχωρήσουν στην πόλη και να ρίξουν τα τείχη. Υπάρχουν πιο σύγχρονες θεωρίες που αναφέρουν πως η αιτία της πτώσης των τειχών της πόλης ήταν ένας σεισμός και το άλογο ήταν απλώς ένα από τα σύμβολα του Ποσειδώνα, ο οποίος ήταν προστάτης των Ελλήνων. Κι εδώ είναι που θέλουμε να στρέψουμε τη ματιά μας πίσω, για να δούμε ότι αυτή η περίσταση, η πτώση μιας πόλης που ήταν πολύ σημαντική, κέντρισε τη φαντασία του κόσμου, όχι μόνο εκείνων που είχαν νικήσει, αλλά κι εκείνων που είχαν ηττηθεί. Πολλούς αιώνες αργότερα οι Ρωμαίοι ένιωθαν περήφανοι με την ιδέα ότι στην ίδρυση της πόλης τους είχε συνεργαστεί ο πρίγκιπας Αινείας. Δηλαδή τόσο στους νικητές όσο και στους ηττημένους η φαντασία έπαιξε έναν ουσιαστικό ρόλο. Είχαν ζήσει έντονα εκείνες τις μέρες και είτε υπήρξε είτε όχι ο διάσημος Δούρειος Ίππος, εκείνοι οι άνθρωποι σημαδεύτηκαν από το γεγονός. Μιλούσαν γι’ αυτόν, τον αναπαρίσταναν σε ζωγραφιές και σε αγάλματα... Και αιώνες αργότερα, εμφανίστηκε αυτή η μεγάλη συλλογή που γνωρίζουμε με τα ονόματα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, των οποίων συγγραφέας υπήρξε ο Όμηρος. Το βέβαιο είναι ότι οι άνθρωποι βρίσκονταν σε μια δεκτική κατάσταση, ένιωθαν έντονα εκείνα που τους έλαχε να ζήσουν.

Ας επιστρέψουμε τώρα στο παρόν. Ας θυμηθούμε κάτι που συνέβη κάπου δώδεκα χρόνια πριν. Ο άνθρωπος έφτασε στη Σελήνη. Κάτι πραγματικά σπουδαίο. Για αιώνες, συγγραφείς, ποιητές, επιστήμονες είχαν ονειρευτεί ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε κάποτε να φτάσει μέχρι εκεί.

Κι επιτέλους ο άνθρωπος το πέτυχε! Πού είναι τα ποιήματα, πού είναι τα αγάλματα, πού είναι εκείνα που πραγματικά να θυμίζουν εκείνο το μοναδικό γεγονός στην Ιστορία; Ήταν κάτι που αναμενόταν από τα βάθη του χρόνου, τότε ακόμα που οι άνθρωποι το ονειρεύονταν ζωγραφίζοντας μαμούθ μέσα στα σπήλαια. Πού είναι αυτά που μας αποδεικνύουν ότι βιώσαμε το γεγονός ότι ο άνθρωπος έφτασε στη Σελήνη; Σχεδόν πουθενά. Αφού πέρασε το πρώτο σοκ, την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκαν στα εξώφυλλα των εφημερίδων τα γεγονότα αποτυπωμένα στις πρώτες φωτογραφίες, οι οποίες έδειχναν τα ίχνη που άφησε ο άνθρωπος στο πέρασμά του από τη σελήνη, όλα περιορίστηκαν στο τίποτα. 

TrojanHorse

Λίγο πριν, στις ΗΠΑ, στο Μουσείο των Επιστημών της πόλης του Σαν Φρανσίσκο, θυμάμαι ότι έβλεπα με προσοχή ένα κομμάτι πέτρα από τη Σελήνη. Γύρω μου υπήρχαν πολλά παιδιά. Ήμουν ο μόνος ενήλικας εκεί. Στα μάτια των άλλων φαινόμουν μάλλον γελοίος και πιθανά θα σκέπτονταν: “τον καημένο, ξένος θα είναι, θα έχει ψυχή παιδιού για να του αρέσει τόσο να κοιτάζει την πέτρα από τη Σελήνη”. Αλλά εγώ έβλεπα ένα κομμάτι απ’ αυτήν! Είναι κάτι που πολλοί είχαμε ονειρευτεί από τότε ακόμη που ήμαστε παιδιά. Το είχαν ονειρευτεί οι γονείς μας, οι παππούδες μας, όταν διάβαζαν τον Ιούλιο Βερν.

Τι συμβαίνει; Από πού προέρχεται αυτή η έλλειψη ευαισθησίας; Από πού προέρχεται αυτή η μόδα, σύμφωνα με την οποία κανείς δεν καταγράφει αυτά που ζει, κανείς δεν αισθάνεται τι συμβαίνει, αυτή η ρομποτικοποίηση που ο κόσμος εντυπώνει πάνω μας; Όταν βλέπω στο Παρίσι, για εκατοστή φορά, τη “Νίκη της Σαμοθράκης”, αυτό το πελώριο άγαλμα με μισόκλειστα τα μάτια, μου φαίνεται πως ακούω τους κωπηλάτες και τις φωνές εκείνων των ανθρώπων που έβγαιναν στο πέλαγος μονάχα με την αίσθηση της περιπέτειας, θέλοντας απλώς να πάνε πιο πέρα... Τότε αντιλαμβάνομαι ότι ο κόσμος με κοιτάζει παράξενα. Όχι, πρέπει κανείς να περάσει γρήγορα με μια φωτογραφική μηχανή, να τραβήξει τη φωτογραφία και να το βάλει στα πόδια. Πρέπει να τρέξει πολύ. Το είδα επίσης και στην Αμερική, στο Τεοτιχουακάν, όπου οι τουρίστες σχεδόν μαλώνουν για να ποδοπατήσουν την Πυραμίδα του Ήλιου, επειδή σχεδόν κανείς δεν τη βλέπει. Απλώς την ποδοπατούν, ανεβαίνουν πάνω της και κατεβαίνουν γρήγορα. Μετά λένε: “Ήμουν στην Πυραμίδα του Ήλιου!”.

Τι είναι αυτό το ποδοπάτημα; Τι είναι αυτή η έλλειψη φαντασίας; Τι είναι αυτή η έλλειψη δόνησης; Τι είναι αυτή η ντροπή; Σήμερα ντρεπόμαστε για το γέλιο και για το κλάμα. Μονάχα οι μεθυσμένοι ή πολύ ιδιαίτερα άτομα δεν ντρέπονται για τα δάκρυά τους. Σήμερα είναι σχεδόν ασύλληπτο να μπορεί κανείς να κλάψει από συγκίνηση μπροστά σ’ ένα έργο τέχνης ή μπροστά σε κάτι πνευματικό.

Σήμερα ο άνθρωπος είναι βυθισμένος σε μια κατάσταση απελπισίας που είναι αισθητή όχι μόνο όταν του λείπουν πράγματα, αλλά κι όταν τα πράγματα που έχει δεν του χρησιμεύουν. Μερικές μέρες πριν, ενώ βρισκόμουν στις Βρυξέλλες, μια ομάδα νέων θέλησε να μου μιλήσει για κάποιο θέμα. Την προηγούμενη μέρα, μια συμφοιτήτριά τους κάπου 23 χρόνων, πολύ ευχάριστη κοπέλα, με πλούσιους γονείς, υγιής, αυτοκτόνησε παίρνοντας βαρβιτουρικά. Και με ρωτούσαν: “Καθηγητά, γιατί αυτοκτόνησε;” Εγώ προσπάθησα, με τη σειρά μου, να μάθω λεπτομέρειες γι’ αυτήν την κοπέλα, αφού δεν τη γνώριζα. Αν είχε μαλώσει με το αγόρι της, αν είχε προβλήματα στο πανεπιστήμιο ή οικονομικά προβλήματα, αν την είχαν δει να παίρνει ναρκωτικά... όλες τις ερωτήσεις που μας έρχονται κατά νου σ’ αυτές τις περιπτώσεις.

Και λοιπόν, όχι, τίποτε τέτοιο δεν συνέβαινε. Στο τέλος, έφτασα σ’ ένα τρομερό συμπέρασμα: αυτό το κορίτσι αυτοκτόνησε από ανία. Όλα τα είχε: αμάξι, σπίτι, θαυμαστές, όλα. Αυτοκτόνησε απλώς από ανία, κι απ’ αυτήν την άγνοια που διαπερνά τους ανθρώπους του 20ου αιώνα.

Γνωρίζουμε την απόσταση που υπάρχει μεταξύ της Γης και της Σελήνης. Φτάνουμε να δούμε τα μικροσκοπικά όντα που συρρέουν μαζικά στο δέρμα μας και που δε φαίνονται με το μάτι. Όμως, αγνοούμε ουσιαστικά πράγματα, για τα οποία, ωστόσο, έχουμε μια προγονική ανάγκη. Κι όταν λέμε ότι δεν τα χρειαζόμαστε, λέμε ψέματα στον εαυτό μας. Είναι πολύ εύκολο να πει κανείς: “Ας πάνε όλα στο διάβολο! Εγώ εξακολουθώ να ζω και να δουλεύω...” Αλλά είναι ψέμα. Στο βάθος υπάρχουν ερωτήσεις, υπάρχουν μορφές ειδικής δίψας και πείνας που συνεχίζουν να μας βασανίζουν και μας προκαλούν μια αρχή απελπισίας. Υπάρχουν πράγματα που δεν ξέρουμε, που δεν αισθανόμαστε και που αντανακλούν αυτήν τη μεγάλη κρίση που πλήττει τον πολιτισμό μας. Οι περισσότεροι άνθρωποι στερούνται, για παράδειγμα, μια γνώση που να τους επιτρέπει να συσχετίζουν τα πράγματα στο Σύμπαν. Και καθώς δεν έχουν πρόσβαση σ’ αυτόν το συσχετισμό, εμφανίζονται σαν άσχετα μεταξύ τους τα άστρα, τα άτομα, τα αγάλματα ακόμα και οι τοίχοι. Ποιος μας βοηθάει; Ποιος μας λέει από πού ερχόμαστε και προς τα πού πηγαίνουμε; Ποιος μας τα εξηγεί; Σχεδόν κανείς. Ακόμα και οι Εκκλησίες μάς μιλάνε, κατά ένα μεγάλο μέρος, για κοινωνικούς και οικονομικούς σκοπούς. Εγώ ξέρω ότι είναι ανάγκη να αντιμετωπίσουμε τις κοινωνικές ή οικονομικές κρίσεις, αλλά επίσης χρειαζόμαστε ένα μέρος που να μπορούμε να προσευχηθούμε στον Άγνωστο Θεό, που να μπορούμε να συζητήσουμε με κάποιον γι’ αυτά που συμβαίνουν στην ψυχή μας. Υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη να ξέρουμε από πού ερχόμαστε, τι είμαστε πραγματικά και προς τα πού πηγαίνουμε, αν όντως πηγαίνουμε κάπου. Αυτά αλλάζουν όλη την κοσμοθεώρηση της ζωής μας. Επειδή, αν σκεφτόμαστε ότι δεν πηγαίνουμε πουθενά, αν δεν υπάρχει καλό, αν δεν υπάρχει κακό, αν δεν υπάρχει επιβράβευση, αν δεν υπάρχει τιμωρία, αν δεν υπάρχει τίποτα, τότε το ίδιο μας κάνει να ζούμε όπως να ’ναι. Κι αν δεν έρχομαι από πουθενά, τότε τι σημασία έχω εγώ και τι σημασία έχουν οι γονείς μου ή η οικογένειά μου ή οποιαδήποτε ανθρώπινη σχέση;

Είναι πασιφανές ότι για να κόψουμε τις ρίζες αυτού του δέντρου της απελπισίας, είναι ανάγκη να γνωρίζουμε τον εαυτό μας, να ξέρουμε ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε και προς τα πού πηγαίνουμε. Χρειαζόμαστε επίσης να γνωρίζουμε τους παγκόσμιους Νόμους της Φύσης, για παράδειγμα, το Νόμο της Αιτίας και του Αποτελέσματος, που ονομάζεται στην Ανατολή Κάρμα. Να ξέρουμε ότι όλα τα πράγματα είναι αιτίες για εκείνα που θα ακολουθήσουν και αποτελέσματα εκείνων που έγιναν προηγουμένως. Έτσι, σ’ αυτό το Σύμπαν, τίποτε δε θα ήταν τυχαίο, αλλά όλα θα ήταν συνδεδεμένα και θα είχαν ένα λόγο ύπαρξης.

nea acropoli aities apelpisias

Δεν υπάρχει τύχη

Αν μπορούσαμε να καταλάβουμε και να ζήσουμε βαθιά το γεγονός ότι στην πραγματικότητα όλα είναι αλυσοδεμένα, θα ξέραμε κάτι για τον εαυτό μας. Θα καταλαβαίναμε γιατί μερικές φορές μας συμβαίνουν ορισμένα πράγματα.

Η μελέτη της ιστορίας θα μας επέτρεπε να ακολουθήσουμε την ανάπτυξη των χωρών, τον κύκλο των πολιτισμών με τις διάφορες στιγμές ακμής και παρακμής. Αυτός ο νόμος της αιτίας και του αποτελέσματος είναι ουσιαστικός. Λογικά, αν δεν ξέρουμε ότι υπήρξαμε πριν, για ποιο νόμο αιτίας και αποτελέσματος μπορούμε να μιλήσουμε; Όμως, αν φτάναμε για μια στιγμή να συλλάβουμε ότι υπήρξαμε από την αρχή του χρόνου -ο νους μας δεν μπορεί να χωρέσει περισσότερο- και ότι θα εξακολουθήσουμε να υπάρχουμε, θα καταλαβαίναμε αυτά που μας συμβαίνουν σήμερα σαν έναν καρπό εκείνων που μας συνέβησαν πριν και ότι σπέρνουμε σπόρους δράσης για εκείνα που θα μας συμβούν μετά. Κάποτε αναφέρθηκα στο θέμα της μετενσάρκωσης, μιλώντας για σύγχρονα πειράματα που κάνουν κάποιοι ψυχίατροι σε αρρώστους που είχαν μια σειρά ψυχολογικών δυσκολιών άγνωστης προέλευσης. Κατάλαβαν τι συνέβαινε μόνο όταν υπέβαλλαν τον ασθενή σε ύπνωση. Σ’ αυτήν την κατάσταση ο ασθενής ανέτρεχε σε διάφορες τραυματικές εμπειρίες του αλλά και σε πιθανές προηγούμενες ζωές. Είναι αυτό αλήθεια; Είναι απλώς ένα ψυχόδραμα; Έχουν επαληθευτεί ημερομηνίες, τόποι και λέξεις, αλλά, και αυτό είναι το σημαντικότερο, έχει ανακαλυφθεί ότι όλοι έχουμε ένα σημαντικό κόσμο μέσα μας, ένα σύμπαν που, αναμφίβολα, βρίσκεται σε σχέση με το εξωτερικό σύμπαν. Σε όποιον αρέσει να γράφει, πολλές φορές ξυπνά στις τέσσερις ή στις πέντε το πρωί, επειδή του ήρθε μια ιδέα, ένας στίχος ή ένα θέμα για μια διάλεξη που αν δεν το σημειώσει εκείνη τη στιγμή, το χάνει; Αν αυτό το θέμα ή το ποίημα που “έρχεται” ήταν δικά μας, αν ήταν απλώς εκκρίσεις του βιολογικού όντος μας, θα μπορούσαμε να τα επαναλάβουμε. Αυτοί οι στίχοι, εκείνες οι μουσικές, εκείνες οι παράξενες φωνές που μας υπαγορεύουν πράγματα που μερικές φορές αγνοούμε, από πού έρχονται; Ίσως από κάποια διάσταση ή κόσμο όπου ένα ειδικό μέρος του Είναι μας έχει τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται πραγματικότητες, τις οποίες, καθώς είμαστε εγκλωβισμένοι σ’ αυτό το σαρκικό κέλυφος, δεν έχουμε τη δυνατότητα να τις αιχμαλωτίσουμε. Το χάσιμο επαφής με εκείνο το θαυμαστό κόσμο -ανώτερο μαγικό κόσμο- είναι που μας δημιουργεί τις καταστάσεις εσωτερικής απελπισίας. Είναι η αίσθηση ότι δεν κάναμε στον κόσμο αυτά που θέλαμε να κάνουμε, η αίσθηση του κενού μέσα στην καρδιά. Μπορεί να είναι ένας άνθρωπος φαινομενικά θριαμβευτής αλλά, αν δε νιώθει πλήρης, θα έχει απελπισία και δυσκολία να βρει ένα λόγο ύπαρξης στη δική του ζωή, ένα γιατί πιο πέρα από την καθημερινή μονοτονία.

 

Η εσωτερική επανάσταση

Ζούμε κάθε μέρα σ’ ένα είδος αδράνειας. Τρώμε, κοιμόμαστε, κινούμαστε, πηγαίνουμε, ερχόμαστε... αλλά αυτά δεν αρκούν για να γεμίσουν την εσωτερική ανάγκη. Γι’ αυτό χρειάζεται μια εσωτερική Επανάσταση, μια πνευματική Επανάσταση, μια Ανά-σταση, μια επιστροφή στο σημείο εκκίνησης. Όλοι εμείς διαθέτουμε μια μορφή ενστίκτου γύρω από ένα σημείο εκκίνησης πιο πέρα από τη δική μας φυσική ζωή, ένα ένστικτο που μερικές φορές μας προειδοποιεί όταν κάτι πρόκειται να συμβεί. Έχουμε την ικανότητα να μπούμε σ’ επαφή με εκείνο τον αόρατο Κόσμο που μας περιβάλλει, αλλά χρειαζόμαστε να αναπτύξουμε τις εσωτερικές μας Δυνάμεις ελπίδας, καρπούς του πνευματικού Κόσμου μας. Ένας κόσμος που δεν θρυμματίζεται με τα χέρια, ένας κόσμος που δεν μπορεί να αγοραστεί με χρήματα, ένας κόσμος που δεν απαντά στις απειλές, ένας κόσμος που είναι πιο πέρα από όλες τις περιστάσεις της ζωής. Και όλοι εμείς χρειαζόμαστε να συμμετέχουμε σ’ εκείνον τον κόσμο κι ας το έχουμε ξεχάσει.

Είναι περισσότερο αναγκαία η ελπίδα από το χρήμα. Εμείς οι άνθρωποι μπορούμε να ζήσουμε με λίγα λεφτά, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς ελπίδα. Όλοι έχουμε, όχι μόνο ανάγκη, αλλά και δικαίωμα σ’ ένα μικρό μερίδιο δόξας, σ’ ένα μικρό κομμάτι ιστορίας, σε κάτι υπερβατικό, για το οποίο θα μας αναγνωρίσουν είτε δημόσια είτε σε προσωπικό περιβάλλον. Και αυτό έχει σπάσει. Σε παλιές εποχές, οι οικογένειες εξέθεταν τους πίνακες των παππούδων και τα εγγόνια θαύμαζαν εκείνον που έκανε το τάδε ή το άλλο, εκείνον που ταξίδεψε στο τάδε μέρος ή τον άλλον που ήρθε από τον τάδε τόπο και τα εγγόνια ονειρεύονταν τον παππού.

Στις μέρες μας, όταν πεθαίνει ο παππούς, η φωτογραφία του πετιέται ή σκίζεται (αν υπάρχει ακόμα). Γιατί τη θέλουμε αφού ο παππούς πέθανε πια;

Αυτή η έλλειψη μεγαλείου και πνευματικής σχέσης μας μαραίνει, μας κάνει σιγά-σιγά σκληρούς και κακεντρεχείς. Αυτό συμβαίνει επειδή νιώθουμε πολύ μόνοι κι ας είμαστε ανάμεσα στο πλήθος κι ας διαβάζουμε κάθε πρωί την εφημερίδα για να μάθουμε τι συμβαίνει στην Κίνα. Νιώθουμε μόνοι επειδή αγνοούμε τι συμβαίνει μέσα μας. Και ούτε καταφέρνουμε να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον όσων έχουμε γύρω μας, για να τους μεταδώσουμε μια μικρή φράση αγάπης, κάτι που να μην είναι απλώς και μόνο υλικό. Αν αγαπάτε τα παιδιά σας, τους φίλους σας, τα άτομα που βρίσκονται μαζί σας, μη φοβάστε να τους το δείξετε. Ο φόβος να δείξουμε την αγάπη μας είναι αυτό που μας αφαίρεσε το δικαίωμα στην ελπίδα. Η ελπίδα πέταξε μακριά μας, επειδή κατά κάποιο τρόπο, μείναμε παράλυτοι, σκληροί και δεν μπορούμε να δείξουμε τις συγκινήσεις μας. Αυτός είναι ακρωτηριασμός της ψυχής μας. Η ψυχή μας είναι ακρωτηριασμένη στις δικές της λειτουργίες της ελπίδας και της πνευματικότητας, με τρόπο ώστε να κάνουμε τα πράγματα αυτοματοποιημένα. Χρειαζόμαστε μια εσωτερική αναζωογόνηση που να μας επιτρέψει να έρθουμε σ’ επαφή με τον κόσμο και τον εαυτό μας. Χρειάζεται να σταματήσουμε λίγο σ’ αυτόν το δρόμο που είναι γεμάτος με τεχνάσματα και “μόδες”.

Εκείνο που είναι στη μόδα είναι αυτό που “φοριέται”. Αν είναι στη μόδα μια συγκεκριμένη στάση, σ’ αυτό περιοριζόμαστε και γι’ αυτό αφήνουμε να παρασυρθούμε σαν να είμαστε κομμάτια σιδήρου ή βράχου, χωρίς να λαμβάνουμε υπ’ όψιν το εσωτερικό μας Είναι.

Αυτό προκαλεί, φυσικά, μια κατάσταση απελπισίας. Χρειαζόμαστε να ξαναβιώσουμε το αίσθημα της ελπίδας

Γι’ αυτό μιλάμε για τη Φιλοσοφία της Ακρόπολης (Ακρω -πόλη: Η πόλη που βρίσκεται ψηλά), επειδή πολλοί από μας κουραστήκαμε να είμαστε πέτρες που κατρακυλούν στο κενό. Διεκδικούμε το δικαίωμά μας για αγάπη, το δικαίωμά μας για ειρήνη. Διεκδικούμε με δυνατή φωνή, και στο όνομα όλων, το δικαίωμα να ζούμε σαν άνθρωποι. Σ’ έναν κόσμο που είναι όλο και περισσότερο μολυσμένος, θέλουμε να ζούμε μη μολυσμένοι, πιο φυσικά. Θέλουμε η ελπίδα να πορεύεται μπροστά μας σαν να ήταν φάρος, φωτίζοντας το δρόμο μας. Θέλουμε να έχουμε επαφή με τον εαυτό μας, με τους προγόνους μας, με τον κόσμο που θα έρθει. Θέλουμε, κατά κάποιον τρόπο, να είμαστε συμμέτοχοι αυτής της ιστορικής στιγμής αλλά και να σφυρηλατήσουμε την ιστορία του μέλλοντος. Οι άνδρες και οι γυναίκες, όταν πραγματικά είναι άνδρες και γυναίκες, δεν αρκούνται με το να διαβάσουν την Ιστορία, θέλουν να την δημιουργήσουν, έστω και σε μικρό βαθμό. Θέλουν να τη ζήσουν. Πρέπει να αντιδράσουμε ενάντια σ’ αυτόν τον κόσμο, που τα σχετικά με το Πνεύμα ακρωτηριάστηκαν από την ύλη. Που ακόμα κι αυτοί, που θέλουμε και που έχουμε ανάγκη για πνευματικότητα, για προσευχή και για εσωτερική ειρήνη, ωθούμαστε σαν κοπάδι ενάντια σε εκείνο το αγκαθωτό τείχος, που είναι το μίσος των σύγχρονων ανθρώπινων σχέσεων.

Ευτυχισμένοι αυτοί που κλαίνε μπροστά σ’ ένα ποίημα. Ευτυχισμένοι εκείνοι που το πρόσωπό τους αλλάζει, επειδή ακούνε μια μουσική που μπορεί να τους ανυψώσει. Ευτυχισμένοι εκείνοι που μπορούν να κάνουν χειρονομίες και να αγκαλιάζουν ένα φίλο στη μέση του δρόμου. Ευτυχισμένοι εκείνοι που ακόμα είναι πραγματικά ζωντανοί κι από το σπόρο του θα βγει ένας ολόκληρος Κόσμος Ελπίδας. Ένας Κόσμος που πρέπει όχι μόνο να είναι Νέος αλλά και Καλύτερος.