ΑΡΘΡΑ
Μια πλούσια αρθογραφία, σχετικά με τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, τον εσωτερισμο, την επιστήμη και άλλα ένδιαφέροντα θέματα.
Τα ένστικτα

Ευρετήριο Άρθρου

«Τα ζώα με την υψηλότερη νοημοσύνη έχουν ασθενέστερο ενστιγματικό οπλισμό. Η Φύση τα εμπιστεύεται περισσότερο και αφήνει μεγαλύτερα περιθώρια στη θέλησή τους. Αυτός είναι ο λόγος που ο άνθρωπος, συγκριτικά με τα άλλα ζώα έχει τα λιγότερα και ατελέστερα σχηματισμένα ένστικτα.

Ο ρόλος των ενστίκτων είναι πολύ σημαντικός κατά την παιδική ηλικία, τότε δηλαδή που ο άνθρωπος δεν έχει φτάσει ακόμη στην πλήρη σωματική και πνευματική του ανάπτυξη και χρειάζεται την «κηδεμονία» της φύσης.
Αλλά και κατά την ωριμότητα τα ένστικτα εξακολουθούν να τον επηρεάζουν. Επειδή όμως είναι πλέον ικανός να ανακαλύπτει τρόπους σκόπιμης συμπεριφοράς για να προσαρμόζεται αποτελεσματικά στις παρουσιαζόμενες καταστάσεις, αντίληψη και διάνοια αναλαμβάνουν κατά μεγάλο μέρος το έργο των ενστίκτων...»

Ε.Π.Παπανούτσος

Ορισμός - Ετυμολογία
Οι διαμάχες γύρω από το νόημα και τη χρησιμότητα του όρου ένστικτο υπήρξαν τόσο έντονες και τόσο λεπτολόγες, ώστε είναι πολύ δύσκολο να καταφέρει κανείς να αποδώσει έναν ορισμό πλήρη και κοινά αποδεκτό από όλες τις σχολές επιστημόνων.

Ένας γενικός όρος είναι ότι πρόκειται για μια συμπεριφορά ή μια σειρά συμπεριφορών ή μια αντίδραση σε εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα, που είναι έμφυτη, αναγκαστική, μεταφέρεται κληρονομικά από γενιά σε γενιά και υπάρχει σε όλα τα άτομα του ίδιου είδους.

Δεν είναι προϊόν μάθησης και γίνεται για έναν σκοπό, για την ικανοποίηση μιας ζωτικής ανάγκης, χωρίς τη συμμετοχή της συνείδησης.
Είναι μια έμφυτη παρόρμηση που ρυθμίζει τις ενέργειες του ανθρώπου, ανεξάρτητα από βουλητικές ή συνειδητές λειτουργίες.

Κάποιοι χρησιμοποιούν τον όρο αυτό για να δείξουν ένα ατομικό χάρισμα, μια φυσική ικανότητα να αισθανόμαστε και να μαντεύουμε, όπως λέμε «το ένστικτο της μάνας». «Υπάρχουν μερικοί που από ένα είδος ενστίκτου του οποίου αγνοούν την αιτία, αποφασίζουν σχετικά με ό,τι τους παρουσιάζεται και παίρνουν πάντοτε την σωστή απόφαση».

Η λέξη ένστικτο προέρχεται από το αρχαίο ρήμα ενστίζω (=κεντώ) και σημαίνει εσωτερικό κέντρισμα, τσίμπημα. Όπως και οι εκφράσεις ανθρώπινος «χαρακτήρας» (από το ρήμα χαράσσω= εγχαράττω, γράφω), ανθρώπινος «τύπος» (από το ρήμα τύπτω =χτυπώ), έτσι και το ένστικτο, υποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος έχει τυπωμένες και εγχάρακτες τις διάφορες σωματικές και πνευματικές του ιδιότητες, με τις οποίες διακρίνεται από κάθε άλλο πρόσωπο. Μ' άλλα λόγια είναι έν-στικτες, χαραγμένες, σημαδεμένες εντός. Η επιστήμη σήμερα το επιβεβαιώνει με το DNA και με τον όρο «γονότυπος».

nea acropoli psyxologia enstiktaΕρμηνεία
Πιθανότερη υπόθεση που έχει προταθεί για την ερμηνεία της γένεσης των ενστίκτων, είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι οι ενστιγματικές κινήσεις είναι απόσταγμα πολυπλοκότερων πράξεων, που από προηγούμενες γενιές έγιναν και ξανάγιναν. Ύστερα όμως από πολλές δοκιμές απλουστεύθηκαν και σταθεροποιήθηκαν.
Καθώς αλλάζουν οι όροι της ζωής, για μια μεγάλη σειρά γενεών, τα ένστικτα τροποποιούνται από την πείρα του είδους, για να προσαρμοστούν στους νέους όρους και βαθμιαία να τελειοποιηθούν.

Όσο ένα ζώο είναι λιγότερο ικανό να αντιμετωπίσει με δική του πρωτοβουλία τις ανάγκες της ζωής, τόσο τελειότερα συγκροτημένα και πιο παγιωμένα παρουσιάζονται τα ένστικτά του. Αυτά έρχονται να αντικαταστήσουν τη λογική.
Ενώ όσο ψηλότερα στη ζωολογική κλίμακα είναι, τόσο πλαστικότερα είναι τα ένστικτά του και επομένως τόσο περισσότερο υπόκεινται σε τροποποιήσεις.

Στον άνθρωπο, ενώ παίζουν κάποιο ρόλο στην παιδική ηλικία, ατονεί η λειτουργία τους αργότερα, εξαιτίας της ανάπτυξης της κρίσης και της διαδικασίας μάθησης.
Ο W.McDugall, όπως και ο Μαλινόφσκι, επισημαίνουν ότι η ενστικτώδης συμπεριφορά του ανθρώπου είναι πιο ελαστική και λιγότερο άκαμπτη, ακριβώς λόγω του ότι υφίσταται την έντονη επίδραση της μάθησης.
Το λογικό κατά κανόνα επιβάλλεται στα ένστικτα. Όταν αυτό αναστέλλεται (όνειρα, πάθη, συγκινήσεις, ψυχικά νοσήματα) τότε τα ένστικτα εμφανίζονται εντονότερα.
Ορισμένοι κάνουν λόγο για «φυσική ευφυία» του ενστίκτου και ακόμη για «έμφυτη ειδική ευφυία». Χαρακτηρίζοντας την ευφυία αυτή ως έμφυτη, τη διακρίνουν από τη λογική ευφυία.
Το ένστικτο στο ζώο είναι μια φυσική ευφυία, αλλά βοηθά το ζώο μόνο ως ένα σημείο, δεν έχει δηλαδή την ευρύτερη δυνατότητα που έχει η λογική ικανότητα και αντίδραση στον άνθρωπο. Γι' αυτό το ένστικτο χαρακτηρίζεται τυφλό και η ενστικτώδης συμπεριφορά ως κάτι το τελείως αντίθετο με τη λογική ευφυή συμπεριφορά για τον πολιτισμένο άνθρωπο.


Είδη:
Στο βασίλειο των ζώων συνοπτικά αναφέρονται 4 είδη ενστίκτων: -αυτοσυντήρησης, -συμβίωσης, - σεξουαλικά και - των γεννητόρων.
Στο ένστικτο αυτοσυντήρησης ανήκουν τα ένστικτα της διατροφής, της αποστροφής, της μαχητικότητας, της φυγής.
Το ένστικτο συμβίωσης είναι αναγκαίο για τη δημιουργία και τη διατήρηση της ομάδας.
Το σεξουαλικό αναφέρεται στη διαιώνιση του είδους.
Και των γεννητόρων αφορά την ανατροφή, εκπαίδευση, προφύλαξη των νεογέννητων.

Τα περισσότερα από τα ένστικτα και των 4 κατηγοριών στον άνθρωπο αντιπροσωπεύονται από ορμές, δηλαδή από έμφυτες τάσεις που δε συνοδεύονται με ένα σχηματισμένο και πάγιο μηχανισμό για την εκπλήρωσή τους.
Ο ίδιος είναι που πρέπει να επινοήσει και να οργανώσει τον απαιτούμενο τρόπο συμπεριφοράς για την ικανοποίησή τους. Η ελευθερία αυτή είναι και προσόν αλλά και μειονέκτημα.
Από τη μια μεριά έγινε βέβαια ο «ζυγός» του ενστίκτου ελαφρότερος για το ανθρώπινο είδος, αλλά παράλληλα δημιουργήθηκαν στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου χάσματα και ανωμαλίες, παραλείψεις και διαστροφές.

Ορμή, ένστικτο, ανάκλαση, κλίση
Η ορμή είναι ένα κράμα ενστίκτου και νοητικής αντίδρασης, στο οποίο υπερέχει η κυριαρχία του ενστίκτου. Πρόκειται για ορισμένα ένστικτα τροποποιημένα στη ζωή του ανθρώπου.
Η συμπεριφορά των ζώων αρχίζει και σταματάει στα ένστικτα. Ο άνθρωπος όμως πέρα από αυτά έχει και ορμές, συνθετότερους δηλαδή τρόπους αντίδρασης και είναι δυνατό να τις ικανοποιεί άμεσα ή και να αναβάλλει την ικανοποίησή τους.

Συνοπτικά μπορούμε να έχουμε υπόψη μας ότι τα κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ανάκλασης (reflex), του ενστίκτου και της ορμής είναι ότι επιτελούνται αυτόματα, χωρίς δηλαδή τη συνειδητή συμμετοχή μας (ούτε στην ορμή αρχικά) και ότι είναι έμφυτες, βιολογικά σκόπιμες εκδηλώσεις ή ενέργειες του οργανισμού.
Η διαφορά βρίσκεται στο ότι η ανάκλαση αφορά (αυτόματη) αντίδραση ενός οργάνου ενώ το ένστικτο αφορά (αυτόματη) αντίδραση ολόκληρου του οργανισμού σε μια σειρά σχετικών ερεθισμάτων.
Η ορμή σχετίζεται με μια συνθετότερη και πολλαπλή συμμετοχή και ενεργοποίηση βιολογικών και βασικών ψυχικών λειτουργιών, ό,τι θα ονομάζαμε βίωμα.

Ανακλαστικές κινήσεις π.χ. έχουμε στους μυς, ή στο θηλασμό του βρέφους. Σειρά ή σύνδεση ανακλάσεων αποτελούν το ένστικτο. (Το κτίσιμο της φωλιάς από τα πουλιά είναι είδος ενστίκτου).
Η ζωή του νεογέννητου συντελείται αποκλειστικά με βάση τη λειτουργία ανακλάσεων και ενστίκτων. Στον ενήλικα οι ανακλαστικές κινήσεις αποτελούν διευκόλυνση της εγκεφαλικής νοητικής λειτουργίας.

Το ένστικτο εξεταζόμενο από ψυχολογική άποψη, διαφέρει από την κλίση. Στην πρώτη περίπτωση ορισμένες πράξεις υποβάλλονται από μόνες τους στο ον που δρα, χωρίς να παρουσιάζονται σαν μέσα για ένα σκοπό, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, εκείνο προς το οποίο τείνει η κλίση είναι γνωστό, αλλά τα μέσα για το φτάσιμό του δεν είναι δεδομένα.