Τι μπορεί να ξέρει το ψάρι για τον Ωκεανό;
«Συγνώμη», είπε ένα πολύ μικρό ψάρι του Ωκεανού, « εσύ είσαι πιο μεγάλος από μένα, οπότε μπορείς να μου πεις πού μπορώ να βρω αυτό το πράγμα που λέγεται Ωκεανός;»
«Ο Ωκεανός», απάντησε το μεγαλύτερο ψάρι, «είναι εδώ που βρίσκεσαι τώρα».
«Τι; Αυτό;; Μα αυτό είναι νερό!! Αυτό που ψάχνω είναι ο Ωκεανός» είπε απογοητευμένο το μικρό ψάρι και απομακρύνθηκε κολυμπώντας, για να ψάξει κάπου αλλού.
Σταμάτα να ψάχνεις μικρό ψαράκι. Δεν υπάρχει τίποτα να ψάξεις.
Το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να κοιτάξεις!
Η κούκλα από αλάτι
Μια αλατένια κούκλα ταξίδευε χιλιάδες μίλια, μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησε στην άκρη της θάλασσας. Μαγεμένη κοίταζε την υγρή κινούμενη μάζα, που δεν έμοιαζε με τίποτα απ’ όλα όσα είχε δει ως τότε.
«Τι είσαι;» ρώτησε η αλατένια κούκλα.
«Έλα μέσα και δες μόνη σου» απάντησε η θάλασσα μ’ ένα χαμόγελο.
Έτσι, η αλατένια κούκλα προχώρησε τσαλαπατώντας προς τα μέσα. Όσο πιο βαθιά προχωρούσε τόσο περισσότερο διαλυόταν, μέχρι που έμεινε ένα μικρό κομματάκι από αυτήν.
Πριν διαλυθεί και το τελευταίο μέρος της, η κούκλα αναφώνησε με θαυμασμό: «Τώρα ξέρω τι είμαι εγώ!».
Να χωρέσω τον Ωκεανό σε μια κούπα
Κάποτε ο Άγιος Αυγουστίνος προσπαθούσε να κατανοήσει το μυστήριο της δημιουργίας. Ζαλισμένος όπως ήταν, έκανε περίπατο στην παραλία του Iππώνος, στην Αφρική. Εκεί στην αμμουδιά βλέπει ένα ξανθό χαριτωμένο παιδάκι. Είχε ανοίξει μια λακκούβα στην άμμο και με ένα κουβαδάκι προσπαθούσε να μεταφέρει νερό από τη θάλασσα.
-Τι κάνεις εκεί, παιδί μου; το ρωτά.
K’ εκείνο, που δεν ήταν παιδί αλλά ένας άγγελος με την μορφή παιδιού, απαντά·
-Βλέπεις αυτή τη θάλασσα; M’ αυτό το κουβαδάκι θα την αδειάσω.
-Tι λες, παιδάκι μου; Είναι δυνατόν αυτό; H θάλασσα είναι ανεξάντλητη.
-Aν αυτό είναι αδύνατον, λέει ο άγγελος, πως ζητάς εσύ στο μικρό σου μυαλό να χωρέσεις τον ωκεανό του Άπειρου Σύμπαντος;