«Τα πιο ελαστικά ή υποχωρητικά πράγματα στον κόσμο να κυριαρχούν επί των πιο σκληρών»
Ο Τζιγκόρο Κάνο γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1860, στην πόλη Μικάγκε της Ιαπωνίας. Καταγόταν από οικογένεια επιχειρηματιών, κάτι που του έδωσε μία θέση στην ανώτερη κοινωνική τάξη της εποχής.
Στα παιδικά του χρόνια ο Κάνο είχε ένα αρκετά ασθενικό και καχεκτικό σώμα, ενώ σε αντίθεση με αυτό, από πολύ νωρίς εκδήλωσε δείγματα πολύ ανεπτυγμένης καλαισθησίας.
Η εκπαίδευση του εφαρμόστηκε σύμφωνα με τα δεδομένα της τότε εποχής και εκεί ο Κάνο έδειξε ιδιαίτερες ικανότητες. Στα χρόνια των σπουδών του άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα από τη βίαιη συμπεριφορά των μεγαλυτέρων του, χωρίς αυτός να μπορεί να αντιδράσει, λόγω της φυσικής του αδυναμίας. Αυτό ήταν κάτι που «ταρακούνησε» τον Κάνο, ο οποίος, αντί να ζητήσει βοήθεια από τους γονείς ή τους δασκάλους του για να λύσει το πρόβλημα, μπήκε σε διαδικασία να το αντιμετωπίσει μόνος του. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε με διάφορες αθλητικές δραστηριότητες Δυτικού τύπου, οι οποίες είχαν ήδη υιοθετηθεί από την Ιαπωνία λόγω της «Δυτικοποίησής» της. Όμως αυτό δεν αρκούσε για τον Κάνο κι έτσι δήλωσε ενδιαφέρον για το Ζίου Ζίτσου, μία τέχνη που, όπως είχε μάθει τότε, αν κάποιος εκπαιδευόταν αρκετά σ’ αυτήν, θα μπορούσε εύκολα να νικήσει ένα δυνατότερο αντίπαλο. Έτσι ξεκίνησε η αναζήτηση του σωστού γι’ αυτόν δασκάλου, πράγμα δύσκολο για την εποχή του. Τελικά, και ύστερα από πολλές προσπάθειες, έγινε δεκτός από το Φουκούντα Χατσινοσούκε. Η προπόνηση του Φουκούντα ήταν εξαιρετικά σκληρή και έδινε περισσότερη βάση στην ελεύθερη εξάσκηση παρά στα κάτα (τυποποιημένες τεχνικές). Παρόλα αυτά, ο Κάνο αποδείχτηκε από τους λίγους που όχι μόνο άντεξε τη σκληρή μορφή της εξάσκησης, αλλά απέκτησε και έναν αστείρευτο ζήλο.
Τον Αύγουστο του 1879, και μετά τον ξαφνικό θάνατο του Φουκούντα, αρχίζει να διδάσκεται από τον Ίζο Μαζαμότο. Την ίδια χρονιά προάχθηκε σε βοηθό δασκάλου και ο χρόνος που χρειάστηκε να αφιερώσει στις προπονήσεις αυξήθηκε κατακόρυφα, εξουθενώνοντάς τον ορισμένες φορές, όπως αναφέρει και ο ίδιος. Ακολουθώντας σταθερά αυτούς τους ρυθμούς, στην ηλικία των 21 έγινε ο πιο δυνατός μαθητής του Μαζαμότο.
Το 1881 και ύστερα από το θάνατο του Μαζαμότο, μαθήτευσε δίπλα στον Ιικούμπου Τσουνιτόσι. Στη σχολή αυτή αντιμετώπισε μια μεγάλη πρόκληση, ένα εμπόδιο που του έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει κάτι διαφορετικό στην ιστορία των πολεμικών τεχνών. Η πρόκληση αυτή είχε το όνομα Κενκίτσι και ήταν ένας μαθητής της σχολής ο οποίος ζύγιζε 100 κιλά, σε αντίθεση με τον Κάνο που ήταν μόλις 50 κιλά. Κάθε τεχνική εναντίον του αποδεικνύονταν μάταιη, οπότε με το ανήσυχο πάντα πνεύμα του, ο Κάνο αναζήτησε νέες μεθόδους που θα είχαν αποτέλεσμα σ’ έναν τόσο βαρύ και δυνατό αντίπαλο. Από τότε λοιπόν επισκεπτόταν κάθε μέρα την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, για να μελετήσει κάθε βιβλίο σχετικά με την πάλη σε όλες τις μορφές της. Σιγά σιγά μέσα στο μυαλό του διαμόρφωσε κάποιες τεχνικές, τις οποίες δοκίμασε έπειτα πάνω στον συναθλητή του Κενκίτσι, οι οποίες, μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων, αποδείχθηκαν αποτελεσματικές. Τις ίδιες τεχνικές εφάρμοσε και στο δάσκαλό του, ο οποίος, άναυδος, αναρωτήθηκε πώς κατάφερνε να τον ρίξει με τόση ευκολία 3 φορές, ενώ αυτός καμία. Τότε ο Κάνο του εξήγησε με τον αναλυτικό τρόπο σκέψης του, την ακριβή εφαρμογή των τεχνικών που συνέλαβε και ο δάσκαλος του, αναγνωρίζοντας το επίπεδο του, του είπε ότι ήρθε ο καιρός να αλλάξουν οι ρόλοι τους και ο ίδιος να γίνει μαθητής του.
Από τότε ανθίζει μέσα στον Κάνο η ιδέα της δημιουργίας μιας νέας πολεμικής τέχνης, κοινωνικά πλέον αποδεκτής, σε αντίθεση με την κακή εντύπωση που είχε πολύς κόσμος για το Ζίου - Ζίτσου.
Με τις γνώσεις που απέκτησε από την ενασχόληση με το Ζίου Ζίτσου, και προσθέτοντας τις δικές του ιδέες, ίδρυσε ένα καινούριο σύστημα φυσικής και πνευματικής εκπαίδευσης, το Κόντοκαν Τζούντο, που σημαίνει «ο χώρος όπου μελετάται ο δρόμος Τζου (υποχωρητικότητα, ελαστικότητα, ευκαμψία)». Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο επίτευγμα του Κάνο, το οποίο τον κατέταξε μέσα στους σπουδαιότερους αναμορφωτές της Ιαπωνίας στο χώρο της εκπαίδευσης και του αθλητισμού.
Ο στόχος του Κάνο δεν ήταν να ιδρύσει ένα ακόμη παρακλάδι του Ζίου –Ζίτσου, αλλά να προσφέρει στην Ιαπωνία κάτι διαφορετικό, μια νέα πολεμική τέχνη, η οποία αν και θα κρατούσε τις παλιές αρχές και αξίες των πολεμικών τεχνών, θα ήταν προσαρμοσμένη στις ανάγκες της εποχής του. Έδωσε λοιπόν μεγάλη σημασία στο όνομα της τέχνης και πρόσθεσε το Κόντοκαν ως χαρακτηριστικό, επειδή το Τζούντο, σαν ονομασία, είχε ξαναχρησιμοποιηθεί.
Οι αρχές του Τζούντο ήταν εμπνευσμένες από την κινέζικη φιλοσοφία, και ιδιαίτερα από τον Ταοϊσμό, που διδάσκει «τα πιο ελαστικά ή υποχωρητικά πράγματα στον κόσμο να κυριαρχούν επί των πιο σκληρών». Αυτός είναι ένας απαράβατος νόμος της φύσης, χωρίς να σημαίνει ότι το ελαστικό ή υποχωρητικό δεν είναι και δυνατό. Για τον Κάνο όμως είχε πολύ μεγάλη σημασία ο τρόπος διαχείρισης της δύναμης.
Οι βασικοί σκοποί του Τζούντο ήταν τρεις, οι δύο πρώτοι αποκαλούνταν «Κυόγκι Τζούντο» και περιλάμβαναν την ανάπτυξη της φυσικής κατάστασης και της αγωνιστικής ικανότητας. Ο τρίτος ήταν το «Σούσιν Χο», η πνευματική και ηθική καλλιέργεια. Το δίπολο αυτό έδινε την ιδιότητα της ολοκλήρωσης στον ασκούμενο στο Τζούντο και τελικά της αυτοπραγμάτωσης. Για τον Κάνο το Τζούντο ήταν επίσης ένας τρόπος δημιουργίας χρήσιμων ανθρώπων για το κοινωνικό σύνολο, διότι, όπως έλεγε και ο ίδιος, όσο καλή φυσική κατάσταση ή αγωνιστική ικανότητα κι αν αναπτύξει κάποιος, «αν δεν είναι όφελος για την κοινωνία, η ζωή του είναι μάταιη».
Η ανάπτυξη, εγκαθίδρυση και τελικά η εξάπλωση του Κόντοκαν δεν ήταν απλή υπόθεση, αφού έπρεπε να γίνει αποδεκτό από την πολύχρονη Ιαπωνική παράδοση. Η φήμη που είχε προκαλέσει αυτή η νέα πολεμική τέχνη, δημιούργησε πολλές αντιζηλίες, προερχόμενες ιδιαίτερα από το χώρο του Ζίου-Ζίτσου. Από τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του Κόντοκαν διάφορες σχολές επισκέπτονταν καθημερινά τη σχολή του Κάνο, προκαλώντας τους σε αγώνες πάλης. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, οπότε για να το σταματήσει ο Κάνο διοργάνωσε αγώνες εναντίον της ισχυρότερης σχολής Ζίου-Ζίτσου της εποχής, του Τοτσούκα Έιμι. Επιλέχτηκαν λοιπόν 15 αντιπρόσωποι από κάθε σχολή και στις 11 Ιουνίου του 1886 αγωνίστηκαν μεταξύ τους. Το Κόντοκαν πέτυχε ένα λαμπρό αποτέλεσμα με 12 νίκες, 2 ήττες και μια ισοπαλία. Από τότε λοιπόν το Τζούντο αφέθηκε ελεύθερο να συνεχίσει την πορεία του. Εξαπλώθηκε γρήγορα, όχι μόνο στην Ιαπωνία αλλά και παγκοσμίως.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Από το Ζούτσου στο Ντο. Εκδόσεις Αλκίμαχον. Περιοδικό: Το μονοπάτι των πολεμικών τεχνών.