Η αντίληψη περί Ψυχής, που επικρατούσε στην Αρχαία Ελλάδα πριν από την εποχή του Σωκράτη, μπορεί να συνοψιστεί σε δύο βασικές θέσεις.
Η πρώτη είναι αυτή που αντιλαμβάνεται την Ψυχή ως αρχή της ζωής. Σύμφωνα με αυτήν τη θεώρηση όλα τα ζωντανά όντα έχουν ψυχή. Επρόκειτο για μια ψυχή-πνοή (Θυμός, θυμοειδής ψυχή), η οποία πέθαινε όταν πέθαιναν τα όντα. Η ψυχή είναι ενωμένη με το σώμα κι επομένως υπάρχει και παύει να υπάρχει μαζί με το σώμα.
Η δεύτερη θεωρεί τη ψυχή ως αρχή γνώσης και συνείδησης. Σύμφωνα μ' αυτήν την ιδέα η ψυχή είναι χαρακτηριστική μόνο των ανθρώπων (νοητική ψυχή). Είναι αιώνια ή αθάνατη και βρίσκεται ενωμένη με το σώμα με συμπτωματικό τρόπο. Ο άνθρωπος είναι το αποτέλεσμα αυτής της συμπτωματικής ένωσης μεταξύ του σώματος και της ψυχής.
Η πρώτη θεώρηση έχει τις ρίζες της στη μυθολογική ποίηση, κυρίως την Ομηρική και του Ησιόδου, ενώ η δεύτερη βρίσκεται στη θρησκευτική αντίληψη που συνδέεται με τον Ορφισμό. Απ' αυτήν προέρχονται οι Μυστηριακές τελετές, η Φιλοσοφία, ειδικά η Πυθαγορική και η Πλατωνική, καθώς και η παράδοση των τραγικών ποιητών, οι οποίοι, μέσα από τη διαδικασία της «Κάθαρσης», προκαλούν στο κοινό τον καθαρμό ως σύστημα «υγιεινής» και εξαγνισμού της ψυχής. Αυτή είναι, για παράδειγμα, η περίπτωση του Οιδίποδα και της μετάλλαξής του μέσα από τον πόνο, μέχρι να φτάσει στην κατάσταση της θεοποίησης.
Οι Ορφικές ιδέες για τη ψυχή, τη θεϊκή της φύση -και συνεπώς την αθανασία της- έφεραν μια ριζοσπαστική επανάσταση στον αρχαίο ελλαδικό κόσμο, τόσο βέβαια στο θρησκευτικό τομέα όσο και στους υπόλοιπους τομείς του πολιτισμού, όπως αυτούς της τέχνης, της φιλοσοφίας και της πολιτικής. Η επίδραση της Ορφικής αυτής ιδεολογίας έφτασε μέχρι τις μέρες μας μέσα από τους Πλατωνικούς διάλογους, τη χριστιανική φιλοσοφία και το νεοπλατωνισμό της Αναγέννησης, ο οποίος αποτελεί το θεμέλιο της σύγχρονης επιστήμης.
Για να καταλάβουμε όμως τις Ορφικές ιδέες περί ψυχής, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε πρώτα τι πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες γι' αυτήν, πριν από την έλευση του Ορφισμού. Η πίστη αυτή εκφράζεται καθαρά στους ποιητές, όπως στον Όμηρο και στον Ησίοδο, που ορίζουν την ψυχή ως μια σκιά, «ομοίωμα» του ανθρώπινου σώματος, η οποία παραμένει σε αδρανή κατάσταση όσο ζει ο άνθρωπος, αλλά «ενεργοποιείται» όταν ο άνθρωπος πεθαίνει ή σε ειδικές περιπτώσεις μαντικών ονείρων ή θεϊκής κατάληψης. Όταν το σώμα του ανθρώπου πεθαίνει, αυτό το διπλό ή ομοίωμα περιπλανιέται στο ταξίδι του στον Άδη, αλλά δεν έχει ανθρώπινη συνείδηση και στην πραγματικότητα ο «καθαυτός άνθρωπος» εξαφανίζεται με τη σωματική διάλυση.
Ο Όμηρος συγκρίνει αυτό το ομοίωμα μ' ένα «είδωλο», γιατί μοιάζει με τον ίδιο τον άνθρωπο στον οποίο ανήκει. Λέει ότι έχει ξεφύγει «από το στόμα του, την κοιλιά του και ειδικότερα από τα μέλη του» και ότι η δραστηριότητά του στη ζωή έχει σχέση με το αισθητό μέρος του ανθρώπου (το διάφραγμα). Επομένως, εδώ πρέπει να διαχωρίσουμε την «Ψυχή» από το «Θυμό», γιατί η Ψυχή παρουσιάζεται ως Ζωή ή ζωτική Πνοή (εκπνοή) ενώ ο Θυμός είναι η έδρα των αισθημάτων (πάθος, ανδρεία). Σήμερα θα μπορούσαμε να τον αντιστοιχίσουμε με το ασυνείδητο, γιατί ενεργοποιείται στα όνειρα, ειδικά στα προφητικά ή μαντικά.
Η λέξη «Ψυχή» αργότερα θα έχει μια εξέλιξη από μια σχεδόν ενστικτώδη έννοια (ζωτική ψυχή = anima), που συσχετίζεται με την έννοια άνεμος - πνοή - πνεύμα, μέχρι μια πιο αφηρημένη ιδέα, κατά την οποία η Ψυχή απομακρύνεται από τη ζωτική της λειτουργία και πλησιάζει περισσότερο στην ιδέα της Συνείδησης. Η ίδια αντίληψη εμφανίζεται και στον Αναξιμένη, ο οποίος μιλάει για την Ψυχή και το Πνεύμα σαν κάτι που βρίσκεται πίσω από τα φυσικά φαινόμενα και διοικεί τον άνθρωπο και τον Κόσμο. Αλλά ακόμα δεν έχουμε την ιδέα της καθαρά ατομικής Ψυχής με συνείδηση της αθανασίας της, όπως την πρεσβεύει ο Ορφισμός και όπως επικράτησε αργότερα στην πλατωνική και νεοπλατωνική φιλοσοφία.
Ο Ορφισμός εισάγει ένα χαρακτηριστικό στην ιδέα περί Ψυχής, που δεν υπάρχει στον Όμηρο και στην αρχαιότερη ποιητική και μυθική παράδοση: πρόκειται για την ιδέα της θεϊκής Φύσης της Ψυχής, με άμεση συνέπεια την αθανασία και την αιωνιότητά της. Για τον Ορφισμό η ανθρώπινη Ψυχή προέρχεται από τους Θεούς, είναι όμως αιχμάλωτη και κατοικεί σ'ένα σώμα, που έχει διαφορετική φύση απ' αυτήν. Ο Πλάτωνας στον «Κρατύλο» λέει ότι οι Ορφικοί θεωρούσαν το σώμα ως σήμα (τάφος στα αρχαία) της ψυχής, κάνοντας ένα λογοπαίγνιο που ουσιαστικά ταυτίζει το ανθρώπινο σώμα με τον τάφο, ή καλύτερα, με τη φυλακή της Ψυχής.
Έτσι, η Ψυχή θεωρείται αιχμάλωτη στη φυλακή του σώματος. Η ανθρώπινη εξέλιξη συντελείται πρώτα με τη συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης και στη συνέχεια με το έργο της κάθαρσης, ώστε να μπορεί η Ψυχή ν' απελευθερωθεί από το σώμα που την αιχμαλωτίζει και να επιστρέψει στην πηγή προέλευσής της, δηλ. στο Θεϊκό Κόσμο. Αυτή η τριπλή διαδικασία συνειδητοποίησης, κάθαρσης και θέασης, ή επιστροφής στο Θείο, αποτελούσε το περιεχόμενο της Μύησης, που συντελούνταν μέσα από τις διάφορες Τελετές στα Ορφικά και Διονυσιακά Μυστήρια.
Ο Μύστης, ο μυημένος στις διάφορες βαθμίδες των Μυστηρίων, είναι εκείνος που βρίσκεται στη διαδικασία να φτάσει σ' ένα υψηλότερο επίπεδο ζωής και συνείδησης μέσα από τις μυστηριακές και τελετουργικές φόρμουλες, που θα του επιτρέψουν να κατακτήσει την αθανασία. Αυτές οι φόρμουλες, σύμφωνα με την ορφική διδασκαλία, αποτελούνταν από καθάρσεις φυσικού τύπου, όπως ειδικό διαιτολόγιο, χορτοφαγία, κανόνες υγιεινής, τελετουργικά λουτρά, σπονδές, κλπ., αλλά κυρίως ηθικού τύπου. Το ηθικό περιεχόμενο της Ορφικής διδασκαλίας είναι ίσως η σημαντικότερη συμβολή της στην ιστορία της δυτικής σκέψης, όπως διαφαίνεται από την επιρροή της στον Πυθαγορισμό και τον Πλατωνισμό.
Στον Ορφικό μύθο του Διόνυσου Ζαγρέα, που παρουσιάζει καταπληκτικές ομοιότητες με το μύθο του θεού Όσιρη στην αρχαία Αίγυπτο, εκφράζεται καθαρά αυτή η αντίληψη για τη διπλή φύση του ανθρώπου. Ο νεογέννητος θεός Διόνυσος Ζαγρέας, το «θείο βρέφος», συμβολίζει τη θεϊκή αθάνατη φύση της ανθρώπινης Ψυχής, ενώ οι Τιτάνες, που τον κατασπαράζουν και τον τεμαχίζουν σε 7 ή 14 κομμάτια και ύστερα τον τρώνε (θεία ωμοφαγία), συμβολίζουν την υλική και θνητή φύση του ανθρώπου. Σύμφωνα με το μύθο, όπως είναι γνωστό, οι Τιτάνες, αφού έφαγαν το θείο βρέφος, κεραυνοβολήθηκαν από τον πατέρα του Διονύσου, το Δία, κι έγιναν στάχτες. Τότε ο Δίας ανακάτεψε αυτές τις στάχτες με κρασί και δημιούργησε το ανθρώπινο γένος. Ο άνθρωπος είναι λοιπόν φτιαγμένος από μια διπλή φύση -την τιτανική, υλική και θνητή- και τη διονυσιακή ή θεϊκή. Όπως θα έλεγε η λαϊκή παροιμία, έχει μέσα του τον άγγελο και το διάβολο.
Στις πινακίδες από φύλλο χρυσού που βρέθηκαν σε τάφους ορφικών μυστών στην Κάτω Ιταλία (Σύβαρη), στη Ρώμη και στην Κρήτη, πιστοποιείται αυτή η ιδέα της διπλής φύσης της ψυχής, γήινης και συνάμα θεϊκής και ουράνιας. Στην ορφική πινακίδα της Πετηλίας γράφει:
«Θα βρεις μια πηγή στα αριστερά του οίκου του Άδη,
δίπλα σ' αυτήν λευκό βρίσκεται κυπαρίσσι.
Σ' αυτήν την πηγή μην πλησιάσεις κοντά.
Αλλά θα βρεις μια άλλη κοντά στης Μνημοσύνης
τη λίμνη, που κρύο νερό αναβρύζει
και φύλακες τη φυλάνε.
Πες: «της γης παιδί είμαι και του έναστρου ουρανού.
αλλά το γένος μου είναι (μόνον) ουράνιο.
Αυτό το γνωρίζετε και οι ίδιοι.
Φλέγομαι από τη δίψα μου και χάνομαι.
Δώστε μου γρήγορα κρύο νερό που αναβρύζει
από της Μνημοσύνης τη λίμνη».
Και αυτοί θα σου δώσουν να πιεις από την ιερή πηγή.
Και τότε μαζί με τους άλλους ήρωες θα βασιλεύεις...».
Λίγο-πολύ, παρόμοιο είναι και το περιεχόμενο των άλλων επτά πινακίδων. Αυτό που μας ενδιαφέρει σχετικά με το θέμα μας είναι ο ισχυρισμός της διπλής φύσης του ανθρώπου, αλλά κυρίως το ότι η πραγματική ουσία της ψυχής, το γένος της, είναι ουράνιο, δηλ. θεϊκό και αθάνατο.
Μια σημαντικότατη συνέπεια αυτής της νέας Ορφικής ιδέας είναι η έννοια της Μετενσάρκωσης της Ψυχής. Οι Ψυχές αλλάζουν διαδοχικά σώματα, ξαναγεννιούνται, μετενσαρκώνονται, αναζητώντας την τελειότητα. Η κάθαρση από τις ατέλειες και τις ηθικές κηλίδες δε μπορεί να συντελεστεί σε μια μόνο ζωή. Είναι ένα έργο χρονοβόρο και επίπονο, που απαιτεί πολλές προσπάθειες, πολλές ζωές.
Η αναζήτηση της τελειότητας είναι ουσιαστικά η αναζήτηση της συνειδητής αθανασίας, μιας κατάστασης μυστικιστικής ανύψωσης, η οποία μπορεί να επέλθει, μερικές φορές, μέσα από μια ειδική διάθεση της ψυχής που ονομάζεται Μανία, ένα είδος τελετουργικής έκστασης που ήταν συχνό φαινόμενο στις διονυσιακές τελετές ή Όργια. Αυτή η κατάσταση μακαριότητας επέτρεπε στην ψυχή ν' αποχωριστεί το σώμα για ένα διάστημα, ένα είδος μικρού θανάτου, που γινόταν όμως συνειδητά και εν ζωή. Ονομαζόταν Εποπτεία, μια πραγματική Θεοφάνεια, κατά την οποία ο μύστης κατόρθωνε τη θέαση του Θεού, ακόμα και την ταύτιση μαζί του.
Το ειδικό χαρακτηριστικό αυτής της δοξασίας, που καθορίζει τη διαφορά από την αρχαιότερη θέση της παραδοσιακής ελληνικής θρησκείας, είναι η συνειδητή ταυτότητα του ανθρώπινου Εγώ τόσο κατά την διάρκεια της ζωής όσο και μετά το θάνατο. Με το θάνατο η Ψυχή (το Εγώ) δεν είναι απλώς μια σκιά, ένα είδωλο (φάντασμα) ή μια πνοή που κατευθύνεται στον Άδη, για να μείνει αιχμάλωτη στον Κάτω κόσμο για όλη την αιωνιότητα. Αντίθετα, μπορεί να ελπίζει για μια μακάρια ζωή σε μια υπερουράνια περιοχή, στο Νησί των Μακάρων ή Λευκή Νήσο. Οι μύθοι της Δήμητρας-Περσεφόνης και του Διόνυσου τονίζουν ειδικά αυτήν την οδοιπορία της Ψυχής σ' αυτόν τον κόσμο και στον άλλο, όπου η ψυχή εμφανίζεται είτε καταδικασμένη, λόγω μιας άδικης και ανήθικης συμπεριφοράς, είτε εξαγνισμένη μέσα από την «Κάθαρση», ώστε να μπορεί να υψωθεί μέχρι το ανώτερο επίπεδο όπου κατοικούν οι θεοί.
Η ιδέα της αθανασίας της Ψυχής και των διαδοχικών μετενσαρκώσεών της, που ανήκει στους Ορφικούς Λόγους και αργότερα σχημάτισε μέρος της διδασκαλίας του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα, εκφράζεται και από τον Πίνδαρο (αρχές του Ε΄ αιώνα π.Χ.).
Η θεϊκή καταγωγή της Ψυχής επιβεβαιώνεται ξανά για τους Ορφικούς με τη δυνατότητά της να λυτρωθεί από τους κύκλους των διαδοχικών μετενσαρκώσεων και να επιστρέψει στους θεούς. Αυτή όμως η θεϊκή καταγωγή προϋποθέτει και μια προηγούμενη πτώση της, από τη σφαίρα δηλ. των θεών στο επίπεδο των θνητών υπάρξεών της. Σε μια από τις ορφικές πινακίδες των Θουρίων ο νεκρός, καθώς δηλώνει την ουράνια καταγωγή του, μιλάει και για την πτώση του, που είναι η τιμωρία για τις αδικίες που έκανε σε μια προηγούμενη ζωή: «ποιμάν δ' ανταπέτεισ' έργων ένεκ' ούτι δικαίων».
Η ζωή εκλαμβάνεται λοιπόν ως μια τιμωρία... Πραγματικά, η ζωή για τους Ορφικούς σημαίνει αιχμαλωσία της ψυχής στη φυλακή του υλικού σώματος. Και όσο η ψυχή δεν εξαγνίζεται πλήρως – μέσα από τη Μύηση στα Μυστήρια- από τις ηθικές κηλίδες της, που επέρχονται όταν ο άνθρωπος πράττει άδικα, θα χρειαστεί να μετενσαρκώνεται συνεχώς. Μόνο μια ηθική ζωή, καθαρή και δίκαιη, απαλλαγμένη από την άγνοια, που οποία ευθύνεται για τις κακές πράξεις, είναι ικανή να εγγυηθεί την απελευθέρωση της Ψυχής από τον κύκλο των μετενσαρκώσεων και την επιστροφή της στον Ουράνιο κόσμο των θεών.
Αυτήν την ιδέα ο Ορφισμός τη συμβολίζει μ' έναν Τροχό. Πράγματι, σε μερικές ζωγραφικές αναπαραστάσεις αρχαίων ελληνικών αγγείων με ορφική θεματολογία, ο τροχός είναι παρών, κάποιες φορές με τη μορφή ενός δακτυλιδιού. Αυτός ο τροχός συμβολίζει τους κύκλους των μετενσαρκώσεων όπου είναι αιχμάλωτη η ψυχή. Όσο γυρίζει ο τροχός, η Ψυχή αναγκάζεται να ξαναζήσει, να «πέσει» στη γη, στην υλική ύπαρξη. Ο Μύστης είναι αυτός που ξεφεύγει από τον Τροχό μέσα από την κάθαρση και την ηθική ζωή. Και τότε φοράει το στεφάνι ή το δακτύλιο της Νίκης. Σχετικά, στην ΣΤ΄ (του Κομπάνιο) ορφική πινακίδα αναφέρεται: «ιμερτού δ' απέβαν στεφάνου ποσί καρπαλίμοισι», «με γοργό βήμα εξήλθα από τον ποθητό Κύκλο». .. δηλ. τον κύκλο των μετενσαρκώσεων.
Για τους Ορφικούς η κάθοδος ή πτώση της Ψυχής μέσα στη φυλακή ενός νέου σώματος στην επόμενη ζωή καθοριζόταν από τις πράξεις που είχε κάνει στην προηγούμενη. Πρόκειται για αυτό που στην Ινδική φιλοσοφία ονομάζεται Κάρμα. Από ορισμένα κείμενα φαίνεται όμως ότι οι Ορφικοί πίστευαν ότι η ανθρώπινη Ψυχή μπορούσε να μετενσαρκωθεί σε σώματα ζώων, αν οι πράξεις της στην προηγούμενη ζωή ήταν άδικες. Και οι Πυθαγόρειοι φαίνεται ότι πίστευαν το ίδιο. Αυτή η δοξασία όμως, μιλώντας καθαρά από ακαδημαϊκή άποψη, ονομάζεται μετεμψύχωση και όχι μετενσάρκωση. Στην θεωρία της μετενσάρκωσης δεν γίνεται αποδεκτό το γεγονός ότι η ανθρώπινη ψυχή μπορεί να κάνει ένα βήμα πίσω στην κοσμική εξέλιξη και να κατοικήσει σε ζωικά σώματα.
Εδώ όμως οφείλουμε να προσέξουμε, γιατί ο Ορφισμός, όπως αργότερα και ο Πυθαγορισμός, πάντα έκανε χρήση της συμβολικής γλώσσας. Ο Πλάτωνας, στο διάλογό του περί Ψυχής, το «Φαίδωνα», όταν κάνει λόγο για την μετενσάρκωση, διευκρινίζει ότι η ορφική ιδέα περί μετεμψύχωσης σε ζώα ανταποκρίνεται περισσότερο σ' ένα σύμβολο παρά σε μια πραγματικότητα. Και αυτό πιστεύω, γιατί, καθώς έλεγαν οι Ορφικοί, είναι το είδος των άδικων πράξεων αυτό που καθορίζει σε πιο συγκεκριμένο ζώο θα μετεμψυχωθεί η Ψυχή. Έτσι, για παράδειγμα, αν οι πράξεις ενός ανθρώπου ήταν ύπουλες ή πονηρές, έλεγαν ότι θα ξαναγεννηθεί ως φίδι, αν ήταν βρώμικες, ως γουρούνι, αν ήταν πεισματάρης, ως γαϊδούρι, κ.ο.κ. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι στην πραγματικότητα θα μετεμψυχωθεί σε ζώο. Ακόμα και σήμερα, στην καθομιλουμένη μας γλώσσα, λέμε πολλές φορές «αυτός ο άνθρωπος είναι φίδι ή είναι αλεπού», εννοώντας βέβαια ότι ο χαρακτήρας του έχει στοιχεία από αυτά τα ζώα όπως τα αντιλαμβάνεται η λαϊκή σοφία, και όχι ότι είναι πραγματικά αυτό το ζώο.
Μετά από όλα αυτά, μπορεί εύλογα να αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν θυμάται τις προηγούμενες μετενσαρκώσεις του. Την απάντηση μάς τη δίνουν οι ίδιοι οι Ορφικοί, όταν μιλούν για τις δύο πηγές που συναντά η ψυχή του νεκρού καθώς φτάνει στον άλλον κόσμο: την πηγή με τα ζεστά νερά της Λήθης και την πηγή με τα κρύα νερά της Μνημοσύνης. Ας θυμηθούμε πώς αρχίζει η ορφική πινακίδα της Πετηλίας:
«Θα βρεις μια πηγή στα αριστερά του οίκου του Άδη,
δίπλα σ'αυτήν λευκό βρίσκεται κυπαρίσσι.
Σε αυτήν την πηγή μην πλησιάσεις κοντά.
Αλλά θα βρεις μια άλλη κοντά στης Μνημοσύνης
τη λίμνη, που κρύο νερό αναβρύζει,
και φύλακες τη φυλάνε.»
Κάτι παρόμοιο γράφει και η πινακίδα της Ελεύθερνας που βρέθηκε στην Κρήτη.
Οι κοινές ψυχές, αυτές που δεν έχουν μυηθεί στα Ορφικά Μυστήρια, αγνοούν τις πολύτιμες αυτές συμβουλές για τη μεταθανάτια οδοιπορία τους, και, ανυποψίαστες, πλησιάζουν και πίνουν από τα νερά της Λήθης, της πηγής στα αριστερά, δίπλα στο κυπαρίσσι. Το κυπαρίσσι συμβολίζει τη λησμονιά, που είναι ο πραγματικός θάνατος της συνείδησης. Ο άνθρωπος που ξεχνάει τη ζωή, είναι πράγματι νεκρός. Γι' αυτό, το κυπαρίσσι ήταν και εξακολουθεί να είναι το κατεξοχήν δένδρο που συνοδεύει τους τάφους στα νεκροταφεία. Η πανάρχαια αυτή παράδοση χαρακτηρίζει όλους τους λαούς που έχουν δεχτεί ελληνική επίδραση και έχει την προέλευσή της στα Ορφικά μυστήρια.
Αντίθετα, ο μύστης, γνώστης της αλήθειας, ακολουθεί την ορφική συμβουλή. Απομακρύνεται από την πηγή της Λήθης και πάει δεξιά, να πιει από τα κρύα νερά της πηγής της Μνημοσύνης. Μόνο έτσι θα μπορεί να κρατά ζωντανές τις αναμνήσεις της, να διατηρεί τη συνείδηση του «εγώ» του και να θυμάται, δηλ. να κατακτά τη συνειδητή αθανασία. Οι μύστες, όταν μετενσαρκώνονται, θυμούνται τις προηγούμενες ζωές τους. Γι' αυτούς ο θάνατος δεν αποτελεί το τέλος του εαυτού, αλλά απλώς το πέρασμα από έναν κόσμο σε άλλον και διατηρούν σε κάθε ζωή τη συνείδηση του εαυτού, κατορθώνοντας την αθανασία συνειδητά. Ο Πυθαγόρας θυμόταν πολλές από τις προηγούμενες ζωές του, όπως μας αναφέρει ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πορφύριος στο έργο του «Βίος του Πυθαγόρα».
Τέλος, ας δούμε μια ερμηνεία του μύθου του Ορφέα και της Ευρυδίκης κάτω από αυτές τις αντιλήψεις. Ο Ορφέας ταυτίζεται με το Διόνυσο και συμβολίζει το θεϊκό μέρος της ανθρώπινης Ψυχής, ενώ η Ευρυδίκη συμβολίζει το θνητό, χθόνιο ή τιτανικό μέρος της. Πράγματι, η Ευρυδίκη αντιπροσωπεύει τις παλιές αντιλήψεις για την ψυχή, το είδωλο ή σκιά που κατεβαίνει στον Άδη για να περιπλανιέται αιώνια στο σκοτάδι. Ο Ορφέας συμβολίζει τη συνειδητή Ψυχή, αθάνατη, θεϊκή και ουράνια, που κατεβαίνει στον Άδη, δηλ. «πεθαίνει», αλλά έχει την ικανότητα ν' αναστηθεί, να επιστρέψει ξανά στον κόσμο των ζωντανών, διατηρώντας τη συνείδηση της ταυτότητας του εαυτού.
Πρόκειται λοιπόν για μια θαυμάσια αλληγορία της μετενσάρκωσης. Το ζεύγος Ορφέας-Ευρυδίκη είναι ο ίδιος ο άνθρωπος: ο Ορφέας είναι η αθάνατη ψυχή μας που μετενσαρκώνεται αφού «πεθάνει». Κατεβαίνει στον Άδη, αλλά επιστρέφει στη ζωή. Ενώ η Ευρυδίκη είναι το θνητό μας σώμα, που αφού πεθάνει δεν θα το ξαναδούμε ποτέ. Ο Ορφέας είναι πάντα ο ίδιος, αλλά Ευρυδίκες-σώματα θα έχει πολλές.
Σίγουρα υπάρχουν πολλά κλειδιά ερμηνείας γι' αυτόν το μύθο, όπως άλλωστε και για κάθε μύθο και σύμβολο, αλλά αυτή η ερμηνεία είναι πολύ σημαντική, γιατί αποδεικνύει ότι ο Ορφέας-Ψυχή μπορεί ν' αναστηθεί από τους νεκρούς και να επιστρέψει από τον Άδη, νικώντας το θάνατο. Μια ιδέα που πολύ αργότερα συναντάμε και στο Χριστιανισμό με την ανάσταση του Χριστού.
Γι' αυτόν και για πολλούς άλλους λόγους, μπορούμε χωρίς αμφιβολία να πούμε ότι η Ορφική διδασκαλία αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες πνευματικές επαναστάσεις στην πολιτιστική ιστορία της ανθρωπότητας. Οι επιδράσεις και οι συνέπειές της ήταν τεράστιες για την εξέλιξη των ιδεών στο δυτικό πολιτισμό, από τότε μέχρι σήμερα.